Από την Μαρία Καρδασιλάρη
Θυμάμαι ακόμα το βλέμμα των φίλων μου όταν τους είπα ότι «ΕΓΩ ΘΑ ΠΑΡΩ ΠΟΔΗΛΑΤΟ». Στην αρχή το βλέμμα τους είχε μια δόση σοκ, μετά αρχίσαν να κουνάνε το κεφάλι τους πέρα δώθε και μετά στράβωσαν και ένα χαμόγελο γιατί πια είχαν συνηθίσει τις ακρότητες μου και τις εκκεντρικότητές μου – από πότε σε μια Ευρωπαϊκή πόλη είναι εκκεντρικότητα να κάνεις ποδήλατο;
Συνέχισα όμως το μανιφέστο της αγανακτισμένης νέας που την αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό «ΝΑΙ ΝΑΙ θα πάρω ποδήλατο. Το αποφάσισα. Μπλα μπλά μπλά… »
Η ιδέα μου’ χε καρφωθεί καιρό γιατί πώς το λένε σε απλά ελληνικά:
ΔΕΝ Μ ΑΡΕΣΕΙ ΝΑ ΟΔΗΓΩ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ. Είναι αρκετά σαφές; Και φυσικά σε μία πόλη χωρίς σταθερή σύνδεση όλων των περιοχών με μέσα μαζικής μεταφοράς θεωρείσαι κοινωνικά αποκλεισμένος.
Και έτσι μπήκα σε ένα ποδηλατάδικο .
Πριν ενάμιση χρόνο. Τελεία. End of story.
Γιατί την πρώτη κιόλας μέρα θεώρησα πως, από το κέντρο της Αθήνας μπορώ να φτάσω Aμπελόκηπους… Γουάτ δε φακ ει ρονγκ γουίθ μι; Κοινώς, είχαν δίκιο οι φίλοι μου.
Μετά από λίγα μέτρα από το ποδηλατάδικο μπήκε η ρόδα στις γραμμές του τραμ κι έκανα ένα φοβερό σάλτο. Πανικόβλητες κάτι κοπέλες έτρεξαν προς τα μένα, με βοήθησαν κι εγώ κουτσαίνοντας, έφτασα στην ακρούλα.
ΙΣΙΩΣΑ ΚΟΡΜΙ και κουτσαίνοντας έφτασα στο σπίτι μου αναμαλλιασμένη, κατσούφα και πτοημένη όσο δεν πάει για την καινούργια ποδηλατική μου καριέρα. Αλλά άραγε μπορεί να ήταν το τέλος αυτό;
ΟΧΙ.
Έκανα 15 μέρες να το καβαλήσω. Ο άσπρος μου σίφουνας περίμενε έτοιμος να πάμε βόλτα….. αλλά εγώ σαν άλλος Ίκαρος είχα κάψει τα φτερά μου… ή για την ακρίβεια έγδαρα τα γόνατά μου χτύπησα τους αγκώνες μου και έσκισα ελαφρώς τα χέρια μου…
Αλλά ξαναρωτώ, μπορεί νάνε αυτό το τέλος;
Η πιο ωραία απάντηση ήρθε λίγες μέρες μετά.
Το δράμα μου σταμάτησε τη στιγμή που κλαψούριζα σε ένα φίλο για την πτώση μου και επίσης για έναν σαχλό γκόμενο που χα εκείνη την περίοδο και θεωρούσε σαχλαμάρα το όλο εγχείρημα ΠΟΔΗΛΑΤΟ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ… «Βρε βλάκα… στη ζωή και στο ποδήλατο ένα είναι σίγουρο, είναι ότι θα πέσεις και μάλιστα πολλές φορές. Το θέμα είναι να ξανασηκωθείς».
Well said.
«ΞΑΝΑ ΣΗΚΩΘΗΚΑ»